Παρασκευή 25 Δεκεμβρίου 2009

Δώσαμε, δώσαμε!

Την παραμονή των Χριστουγέννων ο νορμάλ κόσμος κάθεται στο ζεστό σπιτάκι του και ξύνεται, εγώ όμως έβαλα ξυπνητήρι για άλλη μια φορά. Στο γλυκοχάραμα, εκεί που έβαζα μάσκαρα για έξτρα όγκο και στιφογυριστές βλεφαρίδες στο πρησμένο μάτι μου, ο πατέρας μου σταυροκοπιόταν και με ρώταγε που πάω πρωι πρωί και έχω βάλει πάνω μου την Άρτα και τα Γιάννενα. Του είπα ότι είναι μυστικό, αλλά επέμενε να ρωτάει. Στην τρίτη φορά τον απείλησα ότι αν του αποκάλυπτα το μεγάλο μυστικό θα έπρεπε να πληρώσει. Η απάντηση ήταν "πήγαινε παιδάκι μου στο καλό δεν θέλω να μάθω" και μου έριξε μια κλωτσιά για να φτάσω πιο γρήγορα στην πόρτα. Το μεγάλο μυστικό ήταν ότι πήγαινα να αλλάξω τα λάστιχα του Micra. Ήταν το χριστουγεννιάτικό του δώρο, και το δικό μου δώρο της δουλειάς που έκανε φτερά. Ο Παναγιωτάκης ξαναμπήκε στο Micra και συνέχιζε να είναι copy paste απο νταλίκα. Για να σκοτώσω την ώρα μου μέχρι τις 11 που δούλευα πήγα πρωινή επίσκεψη στην Έρη για καφεδάκι και της χτυπούσα τα κουδούνια. Εκείνη νόμιζε ότι θα είναι τα παιδάκια για τα κάλαντα και με είπε ηλίθια για άλλη μια φορά. Για τιμωρία ήθελε να με βάλει να της μελώσω τα μακάρονα και να ζαχαρώσω τους κουραμπιέδες, αλλά το έπαιξα Κινέζος γιατί βαριόμουνα. 

Όταν πήγα στη δουλειά τα πράγματα δεν ήταν καθόλου ήρεμα όπως περίμενα. Οι επιβάτες περνούσαν χριστουγεννιάτικη κρίση μαλ**ίας. Είπα σε έναν "H όπως λέμε Hotel" και μου έλεγε "Μμμμμ, μ'αρέσεις που είσαι πρόστυχη", ενώ ο επόμενος μου ελεγε "D όπως λεμε ντουντούκα". Απεγνωσμένη Αλβανίδα σε οικονομική κρίση ρώτησε αγχωμένη "Ελλάδα Αλβανία πόσο είναι" και της είπα "ένα-μηδέν", γιατί περνάω κι εγώ την προαναφερθείσα κρίση μαλ**ίας και δεν μπορούσα να συγκρατηθώ. Στην ανταλλαγή των δώρων μου πήραν πάλι αφρόλουτρα και κρέμες όπως πέρυσι κι άρχισα να ανησυχώ μήπως βρωμάω, γιατί κι εγώ γι'αυτό ψώνισα κολώνια και body spray στον δικό μου τυχερό παραλήπτη. Την ώρα που εργαζόμουνα σκληρά, ο Παναγιωτάκης οδηγούσε το καλλίγραμο αμάξι μου με το λαδωμένο φανελάκι του και σε ολόκληρη Αθήνα τον συνάντησε η μάνα μου που ήταν στο πίσω αμάξι και τον πέρασε για κλέφτη, λες και όλοι οι λωποδύτες λιγουρεύονταν το Micra. Αφού λύθηκε το μυστήριο, πήρα κι εγώ το Micra να το οδηγήσω κι ενώ ο Παναγιωτάκης μου είχε υποσχεθεί ότι θα νιώσω άλλο αμάξι, εγώ ένιωσα το ίδιο αμάξι, αλλά είπα ουάααου για να μην τον κακοκαρδίσω.

Κι ενώ η βραδινή μας έξοδος έπρεπε να είναι γαβ γαβ, για άλλη μια φορά κατέληξα στην Αγ. Παρασκευή, για να πιω τουλάχιστον ένα ρημαδοποτό. Σε ανύποπτο χρόνο βγήκα από το μπαράκι για να πάρω ένα τηλέφωνο και όταν ξαναγύρισα μπέρδεψα τα μπαρ που ήταν όλα ίδια και μπήκα σε δυο τρία μέχρι να βρω το σωστό. Δωδεκάμιση η ώρα κοιμόμουνα στο κάθισμα του συνοδηγού για να κρατάω παρέα στον οδηγό με το ροχαλητό μου. Ευτυχώς με πήγε ως την πόρτα του σπιτιού μου και με εγκατέλειψε εκεί σε ένα πορτ μπεμπέ με χαρτάκι "δώστε μου κι εμένα ένα κρεβατάκι, χρόνια πολλά", γιατί αλλιώς θα ήμουν αναγκασμένη να περπατήσω ως το δωμάτιό μου....

Δεν υπάρχουν σχόλια: