Τετάρτη 31 Αυγούστου 2011

Παρασκευή 26 Αυγούστου 2011

Γύρισες από διακοπές; Πάρε ντεπόν και θα σου περάσει.

Δεν ξέρω αν είναι αλήθεια αυτό που λένε ότι οι Επτανήσιοι έχουν την τρέλα μέσα τους, ούτε θέλω να παρεξηγηθεί κανένας Επτανήσιος, αλλά έχω βάσιμες υποψίες πώς είναι.

Όταν φτάσαμε στη Λευκάδα, η κυρία που νοίκιαζε το αμάξι είχε λυσάξει να της πούμε που θα μείνουμε.
-Δεν ξέρω, τι να σας πω, πάντως η κυρία που έχει τα ενοικιαζόμενα λέγεται Αγλαΐα.
-Ποια, η γυναίκα του Κώστα του δασκάλου, εεεε?;; Η γυναίκα του δασκάλου;;;;;Εεεεε;;;
-Δεν ξέρω, μπορεί. (Χμμμ, τι έπαθε και γκαρίζει η τρελή?!)
-Ναι βρε παιδί μου και που είναι αυτά τα ενοικιαζόμενα;;;;; Εεεεε, πού είναιιιιι;;;; Εεεεε;;;
-Δεν ξέρω, πρώτη φόρα έρχομαι, θα πάρω σε λίγο την κυρία να μου πει. (Αν είναι να με δαγκώσεις την παίρνω και τώρα)
-Μα είναι η γυναίκα του δασκάλου ή μήπως του ζαχαροπλάστη; Μάαααριεεεε! ...Έλα δω παιδί μου, ποιος έχει πάρει την Αγλαΐα, ο δάσκαλος;
-Δεν ξέρω ρε μάνα, ποια Αγλαΐα; Πάω για μπύρα με τα παιδιά.
-Τι λες βρε ακαμάτη, εγώ έχω μαγειρέψει, κι εσύ τρέχεις έξω με τους φίλους σου...!


Πήγαμε και βρήκαμε τον κυρ Κώστα, που ήταν δάσκαλος ή ζαχαροπλάστης, ή μπορεί και πλέον συνταξιούχος. Το δωμάτιό μας ήταν στο ισόγειο, αυτός έμενε στον πρώτο. Που τον έχανες, πού τον έβρισκες, όλο έξω από το παράθυρό μας κρυφοκοίταζε. Λίγο ματάκιας ο κυρ Κώστας. Αφού ένα βράδυ άνοιξε και την πόρτα με το κλειδί, γιατί άκουσε θόρυβο και φώναζε μες στα σκοτάδια "Εεεε...κουρίτσα, εδώ είστε;?!!". Και μας είχε προειδοποιήσει ο Κωνσταντίνος: Σε αντίστοιχο ενοικιαζόμενο, γύρισε από το μπάνιο και το σπίτι μύριζε κάτι ωραίο, κάτι σαν μπάμιες με φρέσκια ντομάτα για παράδειγμα. Σε λίγο μπούκαρε μέσα η σπιτονοικοκυρά με ένα γάντι, άνοιξε το φούρνο, πήρε το ταψί της και έφυγε, σαν να έκανε το πιο φυσιολογικό πράγμα του κόσμου.
Τυχαία, την τελευταία μέρα καταλάβαμε ότι ο κυρ Κώστας λεγόταν Αντώνης. Όταν επιστρέψαμε το αμάξι, είπαμε στην τρελάρα ότι τελικά ο Αντώνης έχει παντρευτεί την Αγλαΐα. Για να βγει η μαλίνια από μέσα της. 

Οι παραλίες ήταν παραδεισένιες και σου άνοιγαν την όρεξη. Κανα δυο φορές φάγαμε στον Άγιο Νικήτα και ενώ η Δανάη είχε στο στόμα της το καλαμαράκι, ξαφνικά ένιωσε να προσγειώνεται στην κεφάλα της μια τεράστια κουτσουλιά από γλάρο, έτσι... πλούυυφφφ. Τελικά ήταν η επίθεση της γιγάντιας ακρίδας. Για να μην την τρομάξω, άρχιζα να ψελίζω κάτι ακαταλαβίστικα, ξηδοιφυκ;ςερθάςσκδσφξ που μάλλον τρόμαξαν και την ακρίδα.


Τα βράδια κάναμε βόλτες στην πόλη πάνω κάτω και τανάπαλιν και το λουκ Ντράγκονμπολ συνάρπασε όλους τους Κινέζους του νησιού, τουρίστες και μαγαζάτορες. Η Δανάη από την άλλη είχε το λουκ Τζέλλα Δελαφράγκα. Φούξια καπελαδούρα, ολόσωμο πουά μαγιώ, γυαλιά ηλίου σε σχήμα καρδούλας και τέτοια πράγματα. Τζέεενη, ουυουυυυ. Μαμάααα, Ντέεεενη, ουυυουυυυ. Της χρειαζόταν το φώτοσοπ με το πορτρέτο πίσω της. Η Πένυ δεν είχε κάποιο συγκεκριμένο λουκ. Φυσιολογικά όλα. Μόνο που στο Πόρτο Κατσίκι φοβόταν μην της έρθει ο βράχος στο κεφάλι. Μα τον Τουτάτις/Μπελένος.
Ωραία παραλία κατά τα άλλα. Ψηθήκαμε σαν σουβλάκια στο βοτσαλάκι, εκεί που σε ξεβράζει το κύμα. Την ώρα που ξάπλωνα χαλαρά και λιαζόμουνα, η Πένυ είχε πεθάνει στο γέλιο.
-Βασικά εκεί που ξαπλώνεις και ήμουν εγώ πριν, κατουριόμουν και λέω "τώρα πούυυυ να βουτάω πάλι στη θάλασσα, δεν τα αμολάω εδώ στο βοτσαλάκι όπως κάθομαι;;"
Μπλιάαααχ, καλά ρε φίλε, σκύλος είσαι;; Και είχα πάρει και πόζα πανάθεμά με.

Ε μετά μπλέξαμε και με ένα σταυρόλεξο και ακολούθησαν φανταστικοί διάλογοι:
Γεωργία: Υποκοριστικό του Χαράλαμπος. 6 γράμματα, το 2ο άλφα.
Πένυ: Μπάμπης δεν ταιριάζει, Χάρης δεν ταιριάζει, άρα... Χάμπος. 
(Το Λάμπης δεν έπαιζε σαν επιλογή. Για να δεις πώς φαίνονται οι Πόντιες). Κι εσύ λάμπεις Χάμπο μου.
Δανάη: Ρε σεις πρέπει να έχουμε κάνει κάποιο λάθος εδώ. Λέει "παρασιτώ" και έχουμε τα 2 τελευταία, που είναι και τα 2 ωμέγα. Δεν υπάρχει λέξη που να τελειώνει σε δύο ωμέγα.
Γεωργία: Τι λέτε ρε βλάκες, υπάρχει, όπως για παράδειγμα "φυτοζωώ".
Δανάη: Ααααα, ναι. Φυτοζωώ.
Γεωργία: Χμμμμ, για να δούμε τώρα, ποια είναι αυτή που ψάχνουμε.
Δανάη: Αυτή είναι ηλίθια.




Αλλά enough με τη Λευκάδα, γιατί θέλω να σας πω και για την αγαπημένη Κέρκυρα. Έξι χρόνια φοιτήτρια εκεί, και έχω αφήσει αναμνήσεις σε κάθε βρωμερή γωνίτσα της πόλης που μυρίζει καναλέτο και κάνουν παρέλαση τα αρούρια. Που λες, κάτι κυκλοφορεί τελευταία στο νησί που παχαίνει. Η υγρασία, η τρέλα, η βαρεμάρα, ή όλα μαζί ίσως. Κάπου στο κλαμπ το βράδυ πέτυχα τον Θανασάκη, πρέπει να είχε φάει τον φίλο του τον Αλέκο. Είδα και τον Σπύρο και τον ρώτησα αν έχει φάει τον αδερφό του. Τελικά ο αδερφός του ήταν πιο πέρα. Δεν ξέρω ποιόν κατάπιε. Any ideas? Και ο Τεό είχε φάει την κοπέλα, του, ή τη μαμά του, ή μάλλον την Κούλα που ήτο και ευτραφής, θα σας γελάσω.

Το ξενοδοχείο ήταν καλό. Είχαμε μόνο κάτι προβληματάκια με το μπάνιο. Δηλαδή την πρώτη μέρα, όντας ανυποψίαστες, τραβήξαμε το ματζαφλάρι που βουλώνει το νιπτήρα για να πλύνουμε τα μαγιώ και έμεινε εκεί για πάντα. Έτσι αναγκαζόμασταν να πλένουμε το πρόσωπο, τα χέρια και τα δόντια μας στο ντους, ή να τα πλένουμε στο νιπτήρα και μετά να τον αδειάζουμε με ποτήρια. Αλλά και στο ντους υπήρχε θεματάκι. Στουμπωμένο και εκεί το κουμπί από τα άλατα, προσπαθούσες να τραβήξεις τη βλακεία προς τα πάνω για να τρέξει το νερό από το τηλέφωνο και με λίγη καλή τύχη το κατάφερνες με την 20η φορά. Αν όχι, απλώς πλενόσουν από τη μέση και κάτω. Με το που ανέβαζες το ρημαδιασμένο κουμπί βέβαια, δεν τελείωναν τα προβλήματά σου, γιατί το νερό δεν έτρεχε από το τηλέφωνο, αλλά από διάφορες μεριές του καλωδίου του. Η Νάντια, νεοαφιχθείσα την τρίτη μέρα, αναφώνησε μπαίνοντας στο δωμάτιο Τιιι τέλειοοοο μπάνιοοοο! ..Η επίδειξη που ακολούθησε στέφθηκε με απόλυτη αποτυχία και η Νάντια δεν ξανασχολίασε οτιδήποτε άλλο ωραίο συναντούσε στο διάβα της.

Ωραίο και το μπάνιο στο Μπαρμπάτι, αλλά ακόμα καλύτερο στην Παλαιοκαστρίτσα - La Grotta:
Και αν δεν μοιάζει με τη διαφήμιση του light blue, βγάλτε μας ψεύτρες.






Επίσης: φάγαμε στο αγαπημένο La famiglia, αξία ανεκτίμητη. Ο σερβιτόρος δεν μας πήρε παραγγελία, μας είδε από την είσοδο και μας έφερε 5 pollarolo, το πιάτο που έχει μείνει χρόνια χαραγμένο στην καρδιά και στη φοιτητική στομάχα μας. Ριγκατόνι, με κρέμα γάλακτος, κομματάκια κοτόπουλο και φασκόμηλο. Όποιος τύχει να περάσει από την Κέρκυρα, ας πάει να το δοκιμάσει και θα με θυμηθεί. Ξενυχτήσαμε στο πρώην Destijl, που τώρα έχει γίνει Hook, και επειδή άλλαξε όνομα στριμώχτηκαν εκεί όλοι οι Κερκυραίοι σαν ποντίκια, κολλημένοι από την υγρασία, με ένα ποτό στη χέρα. Το έχουν αυτό οι Κερκυραίοι. Κάθε χρόνο στριμώχνονται όλοι σε ένα μαγαζί και τα υπόλοιπα είναι άδεια. Νησιωτική ιδιοτροπία που εμείς, οι "Αθηναίες", ποτέ δεν καταλάβαμε.


Κάναμε και την άφτερ εμφάνισή μας στον Καραφώτη που έτυχε να είναι στο νησί. Την ώρα που λικνίζαμε τα κορμιά μας,  η Δανάη έπινε πάγο με ούρσους και φώναζε -Δώστα όοολα Φώωωωττττη και η Νάντια την έκραζε -Σκάσε μωρή, Κώστας λέγεται! 

Και μ'αυτές τις γελοίες σκέψεις γύρισα που λες στην Αθήνα. Λίγες οι μέρες στην Κέρκυρα και φτάσαμε fast forward στα τέλη του Αυγούστου. Γαμώτο. Ένα μαγικό ραβδί να με ξαναγυρίσει πίσω, έχει κανείς;

Πέμπτη 11 Αυγούστου 2011

Κι όμως, μιλούσε!!!

Γεωργία: - Παιδιά, είδα μία στο δρόμο που περπατούσε και είχε στον ώμο την τσάντα της, και έβγαινε από μεσα ένα κανονικό ακουστικό σταθερού τηλεφώνου μπλε ελεκτρίκ και αυτή μιλούσε!!!!

Αντώνης και Νάντια: - Είσαι τρελή, σιγά μην έστελνε και μήνυμα, τί ώρα παίρνεις τα χάπια σου;; 
ΕΤ phone home. Χαχαχα, άντε να κοιμηθείς τώρα, να ηρεμήσεις.
Πόπη: Ε καμιά τρελή θα ήταν, θα μιλούσε μόνη της! (τουλάχιστον τα έριξε στην άλλη)


Το κλου είναι ότι κάποιος απ' όλους ήταν τρελός.
Ε όχι αγάπη μου, κανείς δεν ήταν τρελός, το moshi moshi pop phone υπάρχει!
Το είπε και το google.