Παρασκευή 31 Αυγούστου 2012

Αυγουστιάτικες ονειροπολήσεις

Αμμουλιανή, 11 τη νύχτα, κυριακάτικα. Κάνουμε βόλτα στην πόλη και μας θυμιέται ότι θέλουμε να δούμε dvd και δεν έχουμε καλώδιο scart. Ρωτάμε απεγνωσμένα εδώ κι εκεί που θα βρούμε το ρημαδοκαλώδιο και μας λένε για έναν ηλεκτρολόγο τον Θανάση, που το μεσημέρι μάλιστα τον είχαν δει να μαστορεύει στο μαγαζί με τα τουριστικά εκεί απέναντι. Και να πάμε εκεί να τους ρωτήσουμε. Στο δρόμο μπερδέψαμε τα τουριστικά και ρωτήσαμε αλλού, αλλά επειδή ο Θανάσης ήταν πρώτη μούρη, ή μπορεί επειδή ήταν ο μοναδικός ηλεκτρολόγος του νησιού, τον ήξεραν όλοι και έτσι βρέθηκε κάποιος που μας έδωσε και το κινητό του. Υποθέτω για να τον καλέσουμε το πρωί. Εμείς τον καλέσαμε στις 11.30 τη νύχτα. Λογικότατο. Γεια σου κυρ Θανάση, είμαστε τουρίστες στην Αμμουλιανή και ψάχνουμε καλώδιο scart, ΤΩΡΑ όμως! Λοιπόν, σήκω από το κρεββάτι, παράτα το πιρούνι, άσε ό,τι κάνεις βρε αδερφέ και ερχόμαστε σπίτι σου να το πάρουμε. Και πήγαμε. Εγώ τον φανταζόμουν γύρω στα 40. Μελαχρινό. Απλό παιδί και τίμιο. Δουλευτή. Τελικά ήταν 60χρονος με καράφλα. 

-Συγνώμη κυρ Θανάση που ήρθαμε στο σπίτι σου νυχτιάτικα.
-Δεν πειράζει παιδιά. Ρωτώντας πας στην πόλη.
Αν ήμουν εγώ θα μας είχα διαολοστείλει. Και γυρίσαμε στο δωμάτιο κραδαίνοντας το scart και ένα καλαμπόκι που αγοράσαμε στο δρόμο. Δηλαδή δύο καλαμπόκια, ένα ψητό και ένα βραστό δώρο. Επειδή είχε πολλούς Σέρβους, το καλαμπόκι το αποκαλούσαν και "κούκουρουστ" ή κάτι τέτοιο, που φάνταζε τόσο γελοίο στα αυτιά μου, ώστε να με αναγκάσει να το googlάρω και να δω αυτό το πράγμα: кукуруз. Το έχω συνέχεια στο μυαλό μου και γελάω μόνη μου, πράγμα διόλου ανησυχητικό, διότι το συνηθίζω τα τελευταία χρόνια. Και γελάω μόνη μου παντού, ακόμα και στο αμάξι οδηγώντας και σκέφτομαι τι θα λέει άραγε ο κόσμος στα δίπλα αμάξια αν τύχει και κοιτάξει προς τα κει. Και καταλήγουμε πάλια στα ίδια: γελάει καλύτερα όποιος γελάει μόνος του.

Παρασκευή 24 Αυγούστου, στη δουλίτσα μου, με τα ακουστικά στο κεφάλι, μπροστά σε μια μαύρη οθόνη με πράσινα γράμματα γεμάτη αεροπορικούς τριγράμματους. Είμαι σε μια φάση περίεργη, έχω και ρεπό το σουκου, και αποφασίζω ότι αύριο θέλω να πάω στην Κέρκυρα, έτσι για να κάνω μπάνιο, να φάω το pollarollo μου και να γυρίσω πίσω. Και κάνω κράτηση στο εαυτό μου. Ούτε τηλέφωνα, ούτε αναστάτωση, ούτε Χατζηδάκις στην αναμονή, ούτε τίποτα. Σε περίπου 28 δευτερόλεπτα. Τόσο το έχω χρονομετρήσει. Και έξω από την πόρτα. Σε λίγες ώρες είμαι στο αιρμπασάκι και πίνω καφέ. Όλα πήγαν όπως τα υπολόγισα. Το μπάνιο στο Γυαλισκάρι και μετά τα καλαμαράκια στην ταβέρνα πιο πάνω και ο κόκορας που τριγυρνάει ανάμεσα στα πόδια μας. Πάντα θυμάμαι να έχει κοκόρια η συγκεκριμένη ταβέρνα. Η Κατερίνα θα το ξέρει σίγουρα. Πίνω μια Μύθος με μια σφίγγα μέσα, είναι η νέα μόδα όπως το σκουλήκι στην τεκίλα. Συζητάμε πάλι για τις τετράγωνες γάτες (τελευταία φορά που το ανέφερα με έβγαλαν τρελή), λέω για αυτή την κινέζικη εξυπνάδα που βάζουν τις γάτες σε βαζάκια και παίρνουν το σχήμα και κινεζογουστάρουν. Και το κάνουν και στα καρπούζια, για να τα φορτώνεις λέει καλύτερα στο φορτηγό. Η συζήτηση με συνεπαίρνει και όσο κολυμπάω σκέφτομαι τετράγωνες γάτες να παίζουν με τετράγωνα κουβάρια δίπλα σε τετράγωνες γιαγιάδες και μες στη θολούρα μου βλέπω μια τετράγωνη τσούχτρα. Πάω κοντά και βλέπω ότι είναι το διάφανο χαρτάκι από ένα πακέτο τσιγάρα. Ουφ. Πάλι καλά! Άντε τώρα να τους πεις ότι είδες τέτοιο πράγμα και να σε πιστέψουν. Άσε που είχα ήδη επιβαρύνει τη θέση μου και με το άλλο: είπα πως κάθε βράδυ, στο νερό του σκύλου μου "μπαίνουν κάτι πλάσματα". Σαν γιγάντιοι γυμνοσάλιαγκες, σαν βδέλλες, σαν δεν ξέρω κι εγώ τι. Μπαίνουν μέσα στο νερό και κολλάνε στα τοιχώματα. Και το πρωί εξαφανίζονται. Αλήθεια.

19.55 βρίσκομαι στο Κανόνι με τα αλάτια και περιμένω να δω την απογευματινή μας απογείωση. 20.10 και ακόμα τίποτα. Λες να πήγε από αλλού επειδή φυσάει;;;; Πιάνω έναν κύριο που δουλεύει εκεί δίπλα... -Συγνώμη, από δω περνάει το αεροπλάνο της Aegean? -Γιατί, θέλεις να το πάρεις;;;;  
20.19 η παρέα μου σιχτιρίζει.
20.20 ακούγεται ένας θόρυβος σαν να έρχεται κάτι από μπάτμαν και βάλε και βλέπω το αιρμπασάκι να περνάει μπροστά μου. Εκείνη την ώρα πρέπει να είχα και 3 οργασμούς και παραλίγο να αρχίσω το κάπνισμα. Και όποιος δεν έχει δει ηλιοβασίλεμα στη Σαντορίνη και απογείωση στο Κανόνι, δεν έχει δει τίποτα σου λέω... Αργότερα κάνουμε βόλτα στην πόλη και στην πλατεία έχουν βγει οι μπάντες παγανιά. Γιατί το έχουν συνήθειο αυτό οι Κερκυραίοι. Σε κάθε λύπη και χαρά και σε ό,τι φέρνει ο χρόνος, βγαίνει ο Μάντζαρος, ο Καποδίστριας, η Παλιά Φιλαρμονική και δεν ξέρω γω τι άλλες μπάντες ξετρυπώνουν από παντού. Έφαγα και το pollarollo μου. Και πρωί πρωί σηκώθηκα να φύγω. Και τα είχα τόσο ωραία υπολογισμένα, έλα όμως που η πτήση γέμισε και έμεινα απέξω και σιχτίριζα την ώρα και τη στιγμή που έκανα την κράτηση σε 28 δευτερόλεπτα και χωρίς τον Χατζηδάκη. Την τσαντούλα μου και πίσω στην πόλη. Δεν με χάλασε. Κι έφυγα το βράδυ. Με λίγη ταλαιπώρια, αλλά τα κατάφερα. Στην Αθήνα λοιπόν, μπροστά στη μαύρη οθόνη με τα πράσινα γράμματα, κάνω μια κράτηση στον εαυτό μου σε 28 δευτερόλεπτα, για το Σάββατο. Μαντέψτε για που! Κι άλλο μπάνιο και άλλος μύθος κι άλλη Κέρκυρα. Δεν βάζω μυαλό παιδάκι μου.